Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

γράμμα γραμμάτιον

См. также в других словарях:

  • γραμμάτιο — το (AM γραμμάτιον) έγγραφη εντολή προς εξόφληση χρηματικού ποσού σε καθορισμένη ημερομηνία (αρχ. μσν.) επιστολή. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποκοριστικό τής λ. γράμμα. Η λ. γραμμάτιο «επιστολή» πέρασε στην ορολογία τών οικονομικών επιστημών και ειδικότερα σ αυτή… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»